Η θέση της ΠΡΩ.ΠΑΙΔΕΙ.Α για την εφαρμογή της Τράπεζας Θεμάτων στα Σχολεία της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης
Είναι γνωστό ότι τα εκπαιδευτικά συστήματα φέρουν έναν εγγενώς δυναμικό χαρακτήρα και ότι οφείλουν να προσαρμόζονται στις εξελίξεις, καθώς τα γνωστικά αντικείμενα και το κοινωνικό περιβάλλον συνεχώς μεταβάλλονται. Παρόλα αυτά, το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα ανθίσταται σθεναρά σε κάθε εκπαιδευτική καινοτομία. Δυστυχώς, διαχρονικά στη χώρα μας κάθε μεταρρύθμιση μέσα σε δυο ή τρία χρόνια σταδιακά καταργείται και το σύστημα επανέρχεται στην αρχική του κατάσταση.
Ένας σοβαρός λόγος για την αποτυχία κάθε μεταρρυθμιστικής απόπειρας είναι ότι ποτέ δεν έγινε αξιολόγηση των αποτελεσμάτων που επέφερε η έστω σύντομη εφαρμογή των μεταρρυθμιστικών εγχειρημάτων με την προτεραία κατάσταση. Αυτό ακριβώς συνέβη και με την πρώτη προσπάθεια εισαγωγής της Τράπεζας Θεμάτων το 2013 που αναγορεύτηκε κυρίως σε πολιτικό ζήτημα και θέμα κομματικής αντιπαλότητας και δεν αντιμετωπίστηκε από πολλούς ως μια εκσυγχρονιστική αλλαγή. Καταργήθηκε λοιπόν στη συνέχεια το 2015 αφού θεωρήθηκε ως η βασική αιτία για τον αριθμό των παραπεμπόμενων στις επαναληπτικές εξετάσεις του Σεπτεμβρίου. Με λίγα λόγια, επιλογή της τότε πολιτικής ηγεσίας ήταν να «θεραπεύσει» το σύμπτωμα και όχι να αξιολογήσει τις αιτίες της αποτυχίας. Παρόλα αυτά δεν έλειψε και η θετική στάση αρκετών εκπαιδευτικών που αξιολόγησαν θετικά την εφαρμογή της και τα αποτελέσματα που προέκυψαν ζητώντας επαναπροσδιορισμό των μεθόδων και των εργαλείων διδασκαλίας προς την κατεύθυνση της επίτευξης καλύτερων εξεταστικών αποτελεσμάτων. Άλλωστε τα υψηλά αποτελέσματα αποτυχίας στις εξετάσεις που έγιναν με Τράπεζα Θεμάτων de facto διέψευσαν τα απαράδεκτα υψηλά ποσοστά «αριστούχων» μαθητών κατά τα προηγούμενα χρόνια, γεγονός που λογικά θα έπρεπε να οδηγήσει σε επαναπροσδιορισμό των μεθόδων και των στόχων του εκπαιδευτικού συστήματος κι όχι σε κατάργηση του μέσου εκείνου που ανέδειξε τις αδυναμίες του.
Το γαϊτανάκι των μεταρρυθμιστικών εγχειρημάτων, που εξαγγέλλονται για να καταργηθούν, συμπληρώνει η εισαγωγή του πολλαπλού βιβλίου κατά το παρελθόν που εισήχθη πιλοτικά σε Λύκεια το 1991 με το πρόγραμμα διδασκαλίας της Φυσικής PSSC (Βιβλίο μαθητή – Βιβλίο καθηγητή – Εργαστηριακός οδηγός – Εξοπλισμός εργαστηρίου) καταργήθηκε όμως μετά από δυο χρόνια χωρίς να γίνει ποτέ καμία αξιολόγηση. Η επανάληψη των καταργήσεων χωρίς αξιολόγηση συνεχίστηκε με το πολλαπλό βιβλίο το 1999, ενώ σήμερα το πολλαπλό βιβλίο επανέρχεται ως βασική συνιστώσα της μεταρρύθμισης που υλοποιείται από το Υπουργείο και το ΙΕΠ με την εφαρμογή κατά το μεθεπόμενο σχολικό έτος 51 νέων προγραμμάτων σπουδών και για τις δύο βαθμίδες εκπαίδευσης.
Το ΥΠΑΙΘ νομοθετεί την εφαρμογή ήδη από φέτος της Τράπεζας Θεμάτων για την Α΄ και Β΄ Λυκείου σε εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες λόγω της διετούς προηγηθείσας απουσίας των μαθητών από την δια ζώσης διδασκαλία με τα όποια αποτελέσματα δημιούργησε. Για παράδειγμα οι μαθητές δεν έχουν συμμετάσχει σε εξετάσεις για δυο χρόνια (2020-2021) και έχουν αποκοπεί εντελώς από τη διαδικασία. Παρόλα αυτά, η προσπάθεια κρίνεται θετική και απαραίτητη, παρότι εφαρμόζεται σε ειδικές συνθήκες, επειδή ο ενιαίος τρόπος εξέτασης που αυτή επιβάλλει λειτουργεί υποστηρικτικά στο εκπαιδευτικό έργο διαθέτοντας έγκυρα, αξιόπιστα και αντικειμενικά θέματα που θα μειώσουν τη διασπορά του βαθμού δυσκολίας-ευκολίας των θεμάτων που χρησιμοποιεί ο κάθε εκπαιδευτικός στις διάφορες εξεταστικές διαδικασίες. Αυτό είναι αναγκαίο να γίνει, ώστε αφενός να υπάρξει μια σχετικά έγκυρη συνεισφορά του βαθμού προαγωγής των μαθητών στην Α΄ και Β΄ τάξη στο Απολυτήριο του Λυκείου και αφετέρου να διασφαλιστεί ένας βαθμός αδιάβλητης και αντικειμενικής αξιολόγησης των μαθητών σε όλη τη χώρα. Επίσης, εξασφαλίζει την ολοκλήρωση της ύλης για όλους τους μαθητές, βασική προϋπόθεση ίσης πρόσβασης στη γνώση και στην προαγωγή του μαθητή από τάξη σε τάξη.
Το εγχείρημα μπορεί να ξενίζει μια μερίδα εκπαιδευτικών, υπό την έννοια ότι η Τράπεζα Θεμάτων που έχει ανακοινωθεί καλύπτει ΟΛΗ τη διδακτέα ύλη, η οποία σε κάποια μαθήματα εκτιμάται ότι είναι πολύ μεγάλη και δεν μπορεί να διδαχθεί στο βαθμό που απαιτείται. Πράγματι, είναι γεγονός ότι η οδηγία που δόθηκε από το ΥΠΑΙΘ το Σεπτέμβριο 2021 για να γίνουν επαναλήψεις, ώστε να καλυφθούν κενά από τις προηγούμενες χρονιές, αφαίρεσε πολλές διδακτικές ώρες από το πρόγραμμα διδασκαλίας της ύλης του 2021-2022 και το αποτέλεσμα είναι να μην είναι δυνατή η ολοκλήρωση της διδασκαλίας της ύλης, ακόμη περισσότερο γιατί παρατηρήθηκαν κενά σε καθηγητές σε κάποιες περιπτώσεις, παρά τον μεγάλο αριθμό προσλήψεων εκπαιδευτικών.
Στο πλαίσιο μιας ρεαλιστικής προσέγγισης του θέματος αυτού η ΠΡΩ.ΠΑΙΔΕΙ.Α προτείνει:
- Να επανεξεταστεί η έκταση της διδακτέας ύλης που περιέχεται στις οδηγίες διδασκαλίας κατά την τρέχουσα σχολική χρονιά, λαμβάνοντας υπόψη τις ώρες που Σεπτεμβρίου που διατέθηκαν για επαναλήψεις.
- Να εξεταστεί σε ποιο βαθμό είναι συμβατό το περιεχόμενο της Τράπεζας Θεμάτων με τον βαθμό δυσκολίας των ασκήσεων που μπορούν να ανταπεξέλθουν μαθητές που ήδη από το Γυμνάσιο πέρασαν στο Λύκειο με μεγάλα μαθησιακά κενά.
- Να εξεταστεί η συμβατότητα του περιεχομένου της Τράπεζας Θεμάτων με τις οδηγίες διδασκαλίας που ισχύουν για την Α΄ και Β΄ Λυκείου ή αν ο χρόνος που είχε στη διάθεσή του ο εκπαιδευτικός σε συνθήκες covid, όπου σημειώθηκαν πολλές απουσίες εκπαιδευτικών και μαθητών, του επέτρεψε όχι απλά την ολοκλήρωση, αλλά την εμβάθυνση στην ύλη.
- Τα θέματα πρέπει να συνοδεύονται από μεταδεδομένα, όπως ο βαθμός δυσκολίας, το περιεχόμενο (θεωρητικό-εργαστηριακό), το σκορ (δημοφιλία).
- Προτείνουμε να δημιουργηθεί ειδική δομή στο ΥΠΑΙΘ ή στο ΙΕΠ που θα στελεχωθεί από εκπαιδευτικούς με ειδικά προσόντα καθώς και μέλη ΔΕΠ διαφόρων ειδικοτήτων που θα έχουν μοναδικό έργο την παραγωγή, πιλοτική εφαρμογή, επικαιροποίηση και βελτίωση της Τράπεζας Θεμάτων.
- Πρέπει επίσης, να προβλεφθεί η ανατροφοδότηση προς τους θεματοδότες από τους εκπαιδευτικούς, που έχουν εφαρμόσει θέματα από την Τράπεζα Θεμάτων.
- Ειδικά για την φετινή χρονιά, ίσως θα έπρεπε να αφαιρεθούν όσα θέματα έχουν χαρακτηριστεί από εκπαιδευτικούς πολύ απαιτητικά, αν δεν υπήρξε χρόνος για σοβαρές επαναλήψεις που θα εξασφάλιζαν την εμπέδωσή τους από τους μαθητές.
Καταληκτικά, μια έγκυρη Τράπεζα Θεμάτων θα συνδράμει στην ενδεχόμενη εφαρμογή του σχεδιαζόμενου Εθνικού Απολυτηρίου προσθέτοντας αξία και περιεχόμενο στο βαθμό απόλυσης του μαθητή. Εν τέλει, αποτελεί ένα εκπαιδευτικό εργαλείο, που θα βοηθήσει στην εκπαιδευτική διαδικασία κατευθύνοντας και υποστηρίζοντας έγκυρα το έργο των εκπαιδευτικών, εκσυγχρονίζοντας παράλληλα κάποιες παμπάλαιες πρακτικές.
Εκ μέρους του Διοικητικού Συμβουλίου
Καθηγητής Νικόλαος Μ. Σταυρακάκης Δρ. Μιχάλης Καθαράκης
Πρόεδρος Γενικός Γραμματέας