ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4: ΣΥΣΤΗΜΑ ΠΡΟΣΒΑΣΗΣ – ΚΟΛΕΓΙΑ
4.1. Εισαγωγή
Στο Κεφάλαιο 4 συνειδητά επιλέγουμε να παραθέσουμε μόνο δύο θέματα, τα οποία θεωρούμε ότι είναι στρατηγικής σημασίας για τη συμπεριφορά του όλου εκπαιδευτικού συστήματος και όχι μόνο. Η ανάπτυξη τους μετά από επιλογή γίνεται επιγραμματικά, αλλά με καθαρές τις κεντρικές γραμμές. Τα θέματα αυτά θα αποτελέσουν δύο από τα θέματα βασικού ενδιαφέροντος μας και από τα πρώτα που θα ανοίξουμε για περαιτέρω συζήτηση και εμβάθυνση. Αυτά είναι αφ ενός το θέμα της πρόσβασης στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Ένα θέμα που επιδρά σημαντικά τόσο στη δευτεροβάθμια και ειδικά στο Λύκειο (βλέπε Κεφάλαιο 1) όσο και στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση -ΑΕΙ και λοιπά Ιδρύματα της Μεταλυκειακής Εκπαίδευσης. Το δεύτερο θέμα που διαπραγματευόμαστε εδώ είναι ακριβώς αυτό της διάρθωσης που πρέπει να έχει -περαν των κρατικών ΑΕΙ- ο χώρος της Μεταλυκειακής Εκπαίδευσης. Ένας χώρος στρατηγικής σημασίας για την ισόρροπη και παραγωγική ανάπτυξη του όλου εκπαιδευτικού οικοδομήματος, ο οποίος όμως εξ αρχής είχε αναπτυχθεί άναρχα και με μεγάλη προχειρότητα. Πράγμα που επέτρεψε την διαμόρφωσει ενός πολύμορφου συστήματος εκπαίδευσης και κατάρτησης χωρίς στοιχειώδεις εκπαιδευτικούς, οικονομικούς και κοινωνικούς κανόνες και αρχές, με σοβαρές αρνητικές συνέπειες στην ορθολογική, αυτοδύναμη και δυναμική ανάπτυξη της χώρας.
4.2. Πρόσβαση στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση
Η Τριτοβάθμια Εκπαίδευση περιλαμβάνει όχι μόνο τα Πανεπιστήμια και τα ΤΕΙ, που συνιστούν την Ανώτατη Εκπαίδευση, αλλά κάθε Οργανισμό, που παρέχει εκπαίδευση σε Μεταλυκειακό Επίπεδο. Στην Ελλάδα παραδοσιακά τείνουμε να ταυτίζουμε την Τριτοβάθμια με την Ανώτατη Εκπαίδευση, πρακτική που οδηγεί σε σημαντικές στρεβλώσεις. Μία απ’ αυτές είναι ότι σε όλες τις χώρες του Ο.Ο.Σ.Α. πλην της Ελλάδας, στην Ανωτάτη Εκπαίδευση εισάγεται κατά μέσον όρο το 30% των αποφοιτούντων από τα Λύκεια, ενώ στην Ελλάδα εισάγεται το 80-90% αυτών, ποσοστό που είναι συγκρίσιμο με εκείνο που εισάγεται σε ολόκληρη την Τριτοβάθμια Εκπαίδευση στις χώρες του Ο.Ο.Σ.Α.
Παρά τις προσπάθειες αποσύνδεσης της διαδικασίας πρόσβασης από την εκπαιδευτική διαδικασία στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση που έγιναν κατά καιρούς, το σύστημα εισαγωγής στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση επηρέαζε και επηρεάζει καταλυτικά τη λειτουργία του Ελληνικού Σχολείου. Ιδιαίτερα το Λύκειο έχει απολέσει τον αυτόνομο εκπαιδευτικό και μορφωτικό ρόλο του, καθώς αντιμετωπίζεται ως προθάλαμος για την Ανώτατη Εκπαίδευση. Οι μαθητές του Λυκείου αντί να γεύονται τη χαρά της δημιουργικής μάθησης και της ζωής, αντιμετωπίζουν την εκπαιδευτική διαδικασία στο Λύκειο ως μια υποχρέωση στην οποία καταναλώνουν χρόνο, που θα προτιμούσαν να αφιερώνουν στα Φροντιστήρια και τα Ιδιαίτερα, τα οποία θεριεύουν, εξανεμίζοντας εκτός των άλλων και το όποιο εισόδημα έχει απομείνει στη δεινοπαθούσα ελληνική οικογένεια.
Στο σημείο αυτό πρέπει να γίνει κατανοητό ότι η πρόσβαση στα ΑΕΙ της χώρας δεν είναι μόνον ένα τεχνικό ζήτημα εξεταστικών διαδικασιών. Αντίθετα, η πρόσβαση στα ΑΕΙ είναι ανάγκη να συνδεθεί με αλλαγές σ’ όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης. Αυτές οι αλλαγές πρέπει να κινηθούν σε δύο κατευθύνσεις:
α) Αναβάθμιση της παιδευτικής λειτουργίας του Λυκείου (Σχολείο Γενικής Παιδείας) και της αξιοπιστίας της πιστοποίησης, που αυτό προσφέρει.
β) Εξορθολογισμός της πρόσβασης στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση, μέσα από
- τη μείωση αφενός των εξεταστικών διαδικασιών και τη ένταξη νέων μορφών αξιολόγησης στη Λυκειακή βαθμίδα για το σύνολο των υποψηφίων, και
- αφετέρου της ουσιαστικής συμμετοχής των ΑΕΙ στη θέσπιση κριτηρίων εισόδου (μαθήματα, συντελεστές βαρύτητας, κοινωνικά κριτήρια κ.ά.) αλλά και του αριθμού των εισακτέων.
Πιο συγκεκριμένα, προτείνουμε:
- Η διαδικασία εισαγωγής στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση να ακολουθεί την απόκτηση του Εθνικού Απολυτηρίου, κατά τα διεθνή πρότυπα. Η οργάνωση των Σπουδών στο Λύκειο προσαρμόζεται αναλόγως -βλέπε και στο Κεφάλαιο 1, Ενότητα 2.2 Νέο Λύκειο.
- Η εισαγωγή στα ΑΕΙ να γίνεται με βάση τον βαθμό του Εθνικού Απολυτηρίου και τον βαθμό σε ένα μικρό αριθμό μαθημάτων (από 3 έως 5), τα οποία καθορίζονται από το Τμήμα στο οποίο επιθυμεί να εισαχθεί ο υποψήφιος. Από το Τμήμα καθορίζονται και οι συντελεστές βαρύτητας για κάθε μάθημα, καθώς και ο αριθμός των εισακτέων.
Το σύστημα για να είναι αξιόπιστο και ωφέλιμο στη νέα γενιά αλλά και την κοινωνία στο σύνολο της θα πρέπει να διασφαλίζει ότι οι νέες και οι νέοι της χώρας θα μπαίνουν στο Τμήμα της κύριας επιλογής τους, που θα ανταποκρίνεται στη κλίση, το ταλέντο και τις βαθύτερες επιθυμίες τους.
Ακόμα είναι ιδιαίτερα σημαντικό, σήμερα σε ένα κόσμο που αλλάζει και απαιτεί ολοένα και περισσότερη γνώση, να εξετάσουμε εναλλακτικά συστήματα πρόσβασης στα προγράμματα σπουδών της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης. Δεν μπορεί για έναν τριαντάρη ή σαραντάρη ο οποίος θέλει να σπουδάσει η μόνη λύση να είναι οι Πανελλαδικές Εξετάσεις ή το Ανοιχτό Πανεπιστήμιο. Σε όλο τον ανεπτυγμένο κόσμο υπάρχουν εναλλακτικές διαδρομές για την πρόσβαση στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση μέσω της αποτίμησης των προσόντων, που αποκτά ο κάθε άνθρωπος στην επαγγελματική και μη διαδρομή του και την ανέλιξή του στα επίπεδα του Εθνικού Πλαισίου Προσόντων.
Είναι ώριμη πλέον η εξέταση των δυνατοτήτων μιας πιο ανοικτής πρόσβασης στα προγράμματα σπουδών της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης σε ανθρώπους όλων των ηλικιών, που διαπιστώνουν ότι ή αυτό που σπούδασαν δεν τους ικανοποιεί πλέον ή ότι θέλουν να σπουδάσουν και κάτι άλλο. Η διεθνής πραγματικότητα διαθέτει πλέον σειρά εναλλακτικών συστημάτων πρόσβασης στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, κάποια από τα οποία και θα πρέπει να προσαρμόσουμε στην ελληνική πραγματικότητα, καθώς και οι λοιπές σχετικές συνιστώσες του εκπαιδευτικού συστήματος θα προσαρμόζονται. Στόχος της Πρωτοβουλίας μας είναι να προχωρήσει στη διερεύνηση αυτών των εναλλακτικών διαδρομών και να προτείνουμε προς συζήτηση κάποιες από αυτές.
Σε αυτό το πλαίσιο, θα μπορούσε να συζητηθεί η εισαγωγή τεστ καταλληλότητας υποψηφίων για ορισμένες ειδικότητες (π.χ. Ιατρική), στα πρότυπα της Ελβετίας. Το αποτέλεσμα ενός τέτοιου τεστ, που θα μπορούσε να προετοιμαστεί σε συνεργασία με τον κατάλληλο επαγγελματικό φορέα, θα μπορούσε να συνεκτιμάται μαζί με τα άλλα κριτήρια εισόδου στην τριτοβάθμια εκπαίδευση.
4.2. Κολέγια
Με αυξανόμενη ανησυχία παρακολουθούμε τα τελευταία χρόνια το πολύ σοβαρό θέμα των εξελίξεων στο χώρο της Μεταλυκειακής Εκπαίδευσης, της λειτουργίας μεγάλου αριθμού Ιδιωτικών «Πανεπιστημίων» -πολύ λίγα από τα οποία ικανοποιούν τις τυπικές και ουσιαστικές απαιτήσεις ποιότητας, που θέτουν η εθνική νομοθεσία και οι ευρωπαϊκές και διεθνείς πρακτικές- και των Κολεγίων. Έχουμε καταλήξει στις ακόλουθες διαπιστώσεις:
Κατά το πρόσφατο παρελθόν είδαμε την Πολιτεία να οικοδομεί στην Ανώτατη Εκπαίδευση και να επισημοποιεί, δίπλα στο Δημόσιο Σύστημα Τυπικής Εκπαίδευσης, ένα παράλληλο εμπορικό (συνήθως κερδοσκοπικό) σύστημα Μη Τυπικής Εκπαίδευσης, αυτό των 42 και πλέον σήμερα Κολεγίων, και Ιδιωτικών «Πανεπιστημίων», που λειτουργεί στη συντριπτική του πλειοψηφία με συμφωνίες «δικαιόχρησης» και δεν υπάγεται σε κανέναν ουσιαστικό ποιοτικό έλεγχο εθνικής ή ευρωπαϊκής αρχής.
Δεν αγνοούμε ότι μέρος της ευθύνης για τη διαμορφωθείσα κατάσταση οφείλεται και σε ενέργειες, δράσεις ή παραλείψεις των ιδίων των ΑΕΙ. Όλοι εκείνοι που προκαλούν φθορά στην υλική ή άυλη περιουσία των ΑΕΙ και στην ομαλή λειτουργία τους ή δεν αφήνουν τα ΑΕΙ να δραστηριοποιηθούν αποτελεσματικά στις νέες μορφές εκπαίδευσης και κατάρτισης (όπως η Δια Βίου Μάθηση και η Εκπαίδευση Ενηλίκων, περιοχές στις οποίες Ιδρύματα υψηλών προδιαγραφών στον διεθνή χώρο έχουν προσφέρει ανεκτίμητες υπηρεσίες στους πολίτες της χώρας τους –και όχι μόνον– διευρύνοντας ταυτόχρονα τις πηγές και αυξάνοντας το ύψος της χρηματοδότησής τους με ίδιους πόρους) έχουν σημαντικό μερίδιο ευθύνης για το κενό που έχει δραματικά διογκωθεί τις τελευταίες δεκαετίες στο χώρο της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης. Κενό που, όπως φυσικά ήταν αναμενόμενο, άμεσα κινήθηκε ο ιδιωτικός τομέας να καλύψει, προφανώς με τρόπο άναρχο και μη ελεγχόμενο από τις εθνικές αρχές διασφάλισης ποιότητας της εκπαίδευσης, παρά το γεγονός ότι η λειτουργία των Κολεγίων βασίζεται σε συμφωνίες δικαιόχρησης με Πανεπιστημιακά Ιδρύματα του ευρωπαϊκού χώρου.
Πιστεύουμε ότι, ειδικά στην εποχή της κοινωνίας αλλά και της οικονομίας της γνώσης, είναι απαραίτητη η ύπαρξη ενός καλά οργανωμένου, αποτελεσματικού και ευέλικτου συστήματος Μεταλυκειακής Εκπαίδευσης και Κατάρτισης, που ασφαλώς δεν είναι απαραίτητο να βασίζεται μόνον στον δημόσιο τομέα. Ωστόσο, το υφιστάμενο θεσμικό πλαίσιο δεν καλύπτει το ουσιαστικό κενό, που για πολλές δεκαετίες υπάρχει στη Μεταλυκειακή Εκπαίδευση. Επομένως, το Υπουργείο Παιδείας οφείλει πλέον να παρέμβει θεσμικά στον χώρο της Μεταλυκειακής Εκπαίδευσης, εντός του πλαισίου της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ, προκειμένου να εκλείψουν διάφορα αρνητικά φαινόμενα, που παρατηρούνται στην πράξη.
Θεμέλιο όμως και προϋπόθεση οποιασδήποτε προσπάθειας για τη δημιουργία ενός νέου, σοβαρού και αξιόπιστου θεσμικού πλαισίου στον χώρο της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης είναι η αναθεώρηση του άρθρου 16 του Συντάγματος, ώστε να καταστεί δυνατή η λειτουργία μη κρατικών, μη κερδοσκοπικών Πανεπιστημίων, χωρίς εισαγωγικά. Η πολυετής και αξιόπιστη λειτουργία μη-κερδοσκοπικών Κολλεγίων στην Ελλάδα, που ανήκουν σε ιστορικούς εκπαιδευτικούς οργανισμούς, όσο και η Ελληνική Χορηγία, που έχει ήδη επενδύσει άνω το ενός δισεκατομμυρίου ευρώ στον Πολιτισμό και στη Γνώση στην Ελλάδα, για παράδειγμα βλέπε τα Ιδρύματα ‘’Στ. Νιάρχος’’ και ‘’Αρ. Ωνάσης’’, ήδη παρέχουν ισχυρά εχέγγυα για τη μελλοντική επιτυχία του αναγνωρισμένου από το ελληνικό Δημόσιο Μη-Κερδοσκοπικού Πανεπιστημίου που (α) θα είναι σε θέση να περιθωριοποιήσει το ιδιωτικό, κερδοσκοπικό πάροχο μεταλυκειακής εκπαίδευσης όσο και (β) να έχει αμοιβαία επωφελή σχέση, μέσα από συνθήκες άμιλλας και συνεργασίας, με τα Δημόσια ΑΕΙ.
Η αναθεώρηση αυτή θα ανοίξει τον δρόμο για να μπουν επιτέλους κανόνες σοβαροί και αυστηροί σε όλο το φάσμα της Μη Κρατικής Μεταλυκειακής Εκπαίδευσης. Αντί να απαγορεύουμε εντελώς τη λειτουργία μιας συγκεκριμένης δραστηριότητας και να οδηγούμαστε σε συνθήκες αναρχίας ή ανομίας, έχουμε κάθε συμφέρον, ως συντεταγμένη Πολιτεία, να βάλουμε συγκεκριμένους κανόνες λειτουργίας, οι οποίοι και θα διασφαλίσουν ένα υψηλό επίπεδο παρεχόμενων γνώσεων και εν γένει υπηρεσιών, προσφέροντας έτσι συγκεκριμένη προστασία & διασφάλιση στο συνήθως μεσαίου και χαμηλού εισοδήματος νέο/α και την οικογένεια του/της, που αποφασίζει να συνδέσει το μέλλον του με αυτούς τους συγκεκριμένους εκπαιδευτικούς οργανισμούς.
Η χώρα μας πληρώνει συστηματικά τις αυστηρές απαγορεύσεις που επιδιώκουν –τουλάχιστον τύποις– να καταπνίξουν κάποιες σοβαρές κοινωνικές ανάγκες· αντί να δημιουργήσει ένα αυστηρό ρυθμιστικό πλαίσιο, επιλέγει, διά της οδού της απαγόρευσης, να καταστεί αμέτοχος παρατηρητής συμπεριφορών, που κινούνται στα όρια της νομιμότητας ή που κάποτε τα ξεπερνούν κατά πολύ.
Εξάλλου, η ευρύτερη και εκ θεμελίων αλλαγή του θεσμικού πλαισίου είναι, κατ’ ουσίαν, επιταγή πλέον του κοινοτικού δικαίου και της σχετικής νομολογίας του Δικαστηρίου της ΕΕ. Όσο επιμένουμε να αρνούμαστε τη διαμορφούμενη πραγματικότητα σε ευρωπαϊκό επίπεδο, δίνουμε απλά μια μάχη χαρακωμάτων. Η υπόθεση του «βασικού μετόχου» θα έπρεπε να μας είχε διδάξει πολλά. Είμαστε κράτος-μέλος της ΕΕ και η ιδιότητά μας αυτή συνεπάγεται συγκεκριμένα δικαιώματα αλλά και σαφείς υποχρεώσεις.
Η αναθεώρηση του άρθρου 16 θα επιτρέψει τη διαμόρφωση ενός ενιαίου θεσμικού πλαισίου, που θα ρυθμίζει κατά ένα συμβατό και ενιαίο τρόπο τα θέματα, που αφορούν τόσο τη γκρίζα σήμερα ζώνη της Μεταλυκειακής Εκπαίδευσης και Κατάρτισης όσο και τον χώρο της Ανώτατης Εκπαίδευσης, Δημόσιας και Μη Κρατικής.
Μέχρι όμως να επιτευχθεί η ευρεία πολιτική συναίνεση, που είναι απαραίτητη για μια τέτοια αλλαγή, η ελληνική Πολιτεία, διά του Υπουργείου Παιδείας, θα πρέπει να θεσμοθετήσει και να εφαρμόσει διαδικασίες ουσιαστικού ελέγχου, αξιολόγησης και πιστοποίησης, σύμφωνες με τα ευρωπαϊκά πρότυπα, για οποιαδήποτε εκπαιδευτική υπηρεσία παρέχεται εντός της Ελληνικής Επικράτειας. Προς τον σκοπό αυτό, τo Υπουργείο Παιδείας θα πρέπει να συνεργαστεί στενά με φορείς πιστοποίησης της αλλοδαπής, έτσι ώστε οι διαδικασίες πιστοποίησης και γενικότερα εποπτείας των συνεργαζόμενων με αλλοδαπά Πανεπιστημιακά Ιδρύματα Κολεγίων να είναι εφάμιλλες εκείνων που εφαρμόζονται στα μητρικά Ιδρύματα της Αλλοδαπής.